- αἰωρουμένης
- αἰωρέωlift uppres part mp fem gen sg (attic epic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
σεισμολογία — Κλάδος της γεωφυσικής, που εξετάζει τα σεισμικά φαινόμενα, δηλαδή τους σεισμούς και το σύνολο των εκδηλώσεων που συνδέονται με αυτούς. Κύριος σκοπός της σ. είναι η έρευνα του τρόπου διάδοσης, των σεισμικών κυμάτων που γεννιούνται στην εστία του… … Dictionary of Greek
Κουμά — (Kuma). Ονομασία δύο ποταμών της Ρωσίας. 1. Ποταμός (802 χλμ.) στον βόρειο Καύκασο, στη Δημοκρατία της Καλμουκίας. Έχει επιφάνεια λεκάνης απορροής 33.500 τ. χλμ. Πηγάζει από τις βόρειες πλαγιές της οροσειράς Σκαλίστι. Στον άνω ρου του διέρχεται… … Dictionary of Greek